Σάββατο 20 Φεβρουαρίου 2016

Κυριακὴ Τελώνου καὶ Φαρισαίου 21 Φεβρουαρίου 2016 (Λουκ. β΄, 22-40) Ἀπὸ σήμερα, Κυριακὴ τοῦ Τελώνου καὶ τοῦ Φαρισαίου, ἀρχίζει, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, μία περίοδος ἡ ὁποία διαρκεῖ δέκα ἑβδομάδες καὶ ποὺ σκοπὸ ἔχει νὰ προετοιμάσει ὅλους μας, ὡς μέλη τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, γιὰ τὸ μεγάλο γεγονὸς τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ.

Κυριακὴ Τελώνου καὶ Φαρισαίου

Ἀριθμὸς 8
Κυριακὴ Τελώνου καὶ Φαρισαίου
21 Φεβρουαρίου 2016
(Λουκ. β΄, 22-40)
    Ἀπὸ σήμερα, Κυριακὴ τοῦ Τελώνου καὶ τοῦ Φαρισαίου, ἀρχίζει, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, μία περίοδος ἡ ὁποία διαρκεῖ δέκα ἑβδομάδες καὶ ποὺ σκοπὸ ἔχει νὰ προετοιμάσει ὅλους μας, ὡς μέλη τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, γιὰ τὸ μεγάλο γεγονὸς τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ.
    Ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ εἶναι, ἢ πρέπει νὰ εἶναι, τὸ κέντρο τῆς ζωῆς κάθε Χριστιανοῦ. Εἶναι τὸ γεγονὸς τὸ ὁποῖο ἑορτάζεται μία φορὰ τὸ χρόνο, ὡστόσο, βιώνεται καθημερινά, καὶ κυρίως μέσα ἀπὸ κάθε Θεία Λειτουργία.
   Σήμερα, ποὺ ξεκινᾶ αὐτὴ ἡ πορεία τῶν δέκα ἑβδομάδων, ἡ περίοδος τοῦ Τριωδίου, μᾶς παρουσιάζει ἡ Ἐκκλησία μας τὶς μορφές τοῦ ταπεινοῦ Τελώνη καὶ τοῦ ὑπερήφανου Φαρισαίου. Μία πρώτη ἀνάγνωση τῆς εὐαγγελικῆς περικοπῆς καταλήγει καὶ στὸ αὐτονόητο ἠθικὸ δίδαγμα, τὸ ὁποῖο καταγράφεται στὸ τέλος της: «πᾶς ὁ ὑψῶν ἑαυτὸν ταπεινωθήσεται, ὁ δὲ ταπεινῶν ἑαυτὸν ὑψωθήσεται». Μὲ ἄλλα λόγια, μὴ λὲς πολλὰ γιὰ τὸν ἑαυτό σου, γιατί σύντομα θὰ προσγειωθεῖς στὴν πραγματικότητα τῆς ρηχότητάς σου. Ἀντιθέτως, θέλεις νὰ ὑψωθεῖς πνευματικά; Ταπεινώσου, στέναξε ἀπὸ τὰ βάθη τῆς καρδιᾶς σου, δεῖξε συντριβὴ γιὰ τὰ ἁμαρτήματά σου, ζήτα συγχώρεση ἀπὸ τὸν Θεό. Ἀλλά, γιὰ νὰ γίνει πράξη τὸ συμπέρασμα, καλὸ εἶναι νὰ δοῦμε καὶ πῶς ὁδηγούμαστε σὲ αὐτό.


    Ὁ Φαρισαῖος, ὅπως λέει καὶ ἡ περικοπή, δὲν ἐπέστρεψε στὸ σπίτι τοῦ «δικαιωμένος», δηλαδή, καθαρισμένος ἀπὸ ἁμαρτίες καὶ εἰρηνικός. Ὄχι γιατί ψευδόταν γιὰ ὅσα καλὰ ἀπαριθμοῦσε, ἀλλὰ γιατί τὰ μόλυνε συγκρίνοντας τὸν ἑαυτό του μὲ ὅσους δὲν ἔκαναν ὅ,τι καὶ ἐκεῖνος. Ἔβρισκε, μάλιστα, εὔκολο παράδειγμα τὸν Τελώνη, ποὺ προσευχόταν πιὸ πίσω. Μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ ἔδειχνε σὲ ἕναν ὁμοεθνῆ καὶ ὁμόθρησκο ἀδελφό του, καὶ μάλιστα δημόσια καὶ ἀπροκάλυπτα, ὅτι τὸν ἀπέρριπτε, τὸν ἀπέκοπτε ἀπὸ κάθε σχέση καὶ κοινωνία μαζί του. Γεμᾶτος ἀπὸ τὸν ἑαυτό του καὶ τὴν ὑποτιθέμενη ἀρετή του δὲν μποροῦσε νὰ δεῖ καὶ νὰ ἀναγνωρίσει ὅτι ὁ Τελώνης, ἂν καὶ βουτηγμένος στὴν ἁμαρτία, τὶς ἀδικίες καί, ἴσως, τὰ ἐγκλήματα, ἔβρισκε τὴ δύναμη νὰ τὰ παραδεχτεῖ καὶ νὰ ζητήσει συγχώρεση δημόσια καὶ ταπεινά. Δὲν μποροῦσε νὰ ἀποδεχθεῖ, ἔστω καὶ ὑποθετικά, ὅτι ἴσως κάποτε κι αὐτὸς νὰ βρεθεῖ στὴ θέση τοῦ Τελώνη κι ὁ Τελώνης στὴ δική του. Ἦταν πεπεισμένος ὅτι, ἤδη, εἶχε κερδίσει μία θέση στὸν Παράδεισο, ἐνῶ ὁ Τελώνης μία στὴν Κόλαση.
    Ἀπό τὴν ἄλλη, ὁ Τελώνης ἐπιστρέφει σπίτι του «δικαιωμένος», δηλαδή, ἐξαγνισμένος καὶ εἰρηνικός. Γνωρίζει τί τὸν ἀπομακρύνει ἀπὸ τὸν Θεό: οἱ πολλὲς καὶ σοβαρὲς ἁμαρτίες του! Καὶ σπεύδει νὰ τὶς καταγγείλει καὶ νὰ ἀναλάβει τὴν εὐθύνη! Στὴν προσευχή του ξεγυμνώνεται ἐξομολογητικὰ καὶ χωρὶς περιστροφές: εἶναι «ἁμαρτωλός»! Καὶ μὲ τὸ «ὁ Θεός, ἱλάσθητί μοι» δέεται, ὥστε ὁ Θεὸς νὰ τὸν ἐλεήσει, δηλαδή, νὰ τοῦ συγχωρέσει τὶς ἁμαρτίες του καὶ νὰ τὸν ἀγκαλιάσει καὶ πάλι ὡς παιδί Του. Δὲν δίνει σημασία στὰ λεγόμενα τοῦ Φαρισαίου γι’ αὐτόν. Οὔτε ὁ ἴδιος θίγεται οὔτε ἡ προσευχή του κάμπτεται. Ξέρει ὅτι εἶναι ὅπως τὸν περιγράφει ὁ Φαρισαῖος. Κατ’ οὐσίαν, ἐνδόμυχα, εὐχαριστεῖ τὸν Φαρισαῖο ποὺ τὸν ἐξουθενώνει, χωρὶς νὰ ἐξοργιστεῖ ἢ νὰ τὸν κατακρίνει. Τὸν θεωρεῖ ἕναν καλὸ ἀδελφὸ ποὺ τὸν φέρνει, ἔστω ἄκομψα, ἐνώπιον τῶν λαθῶν καὶ τῶν ἁμαρτιῶν του. Εἶναι πεπεισμένος ὅτι, ἤδη, ἔχει «κλειδωθεῖ» μία θέση στὴν Κόλαση γι’ αὐτὸν καὶ μία στὸν Παράδεισο γιὰ ὅλους τους ἄλλους, συμπεριλαμβανομένου καὶ τοῦ Φαρισαίου. Ὡστόσο, ἐλπίζει ὅτι, τελικά, ὁ ἐλεήμων Θεὸς θὰ τὸν σώσει.
    Εἴδαμε λοιπόν σήμερα ὅτι ὁ Φαρισαῖος στάθηκε «καθ’ ἑαυτὸν»-μιλοῦσε μὲ τὸν ἑαυτό του καὶ γιὰ τὸν ἑαυτό του: δὲν προσευχόταν στὸν ἀληθινὸ Θεὸ ἀλλὰ στὸ δικό του θεό, τὸ «ἐγώ» του. Ὁ Τελώνης, ἀντίθετα, στάθηκε «μακρόθεν». Τοποθέτησε τὸν ἑαυτό του ὡς τὸν τελευταῖο τῆς σύναξης, ὥστε νὰ ἀγκαλιάζει μὲ τὴ ματιά του καὶ τὴν καρδιά του ὅλους ὅσοι ἦταν μπροστά του, ἀφοῦ τοὺς θεωροῦσε πολὺ πιὸ ἄξιους τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν ἀπὸ ὅ,τι τὴν ἁμαρτωλότητά του.
    Ὁ Χριστὸς ἀφηγήθηκε τὴν παραβολὴ τοῦ Τελώνου καὶ τοῦ Φαρισαίου λίγες ἡμέρες πρὶν τὸ πάθος Του, βαδίζοντας πρὸς τὰ Ἱεροσόλυμα, καὶ ἔχοντας ἤδη πικρὴ ἐμπειρία τῆς μοχθηρίας τῶν δῆθεν δίκαιων Φαρισαίων καὶ Γραμματέων. Κάνει, ὡστόσο, μία ὕστατη προσπάθεια νὰ τοὺς συνετίσει, μήπως καὶ ἀναρωτηθοῦν ἂν πράγματι εἶναι δίκαιοι, ὅπως νομίζουν, ἢ ἁπλῶς ὑπερήφανοι, ἐγωκεντρικοὶ καὶ ἄδειοι ἀπὸ ἀληθινὴ ἀρετή.
    Βαδίζοντας καὶ ἐμεῖς πρὸς τὴ νοητὴ Ἱερουσαλὴμ τοῦ ἐφετινοῦ Πάσχα, ἂς ἐλέγξουμε τὸν ἑαυτό μας μὲ εἰλικρίνεια, ὥστε νὰ δοῦμε σὲ ποιὸν μοιάζουμε περισσότερο, τὸν Τελώνη ἢ τὸν Φαρισαῖο, καὶ – κυρίως – πόσο στοχεύουμε καὶ καλλιεργοῦμε τὴν ἑνότητά μας μὲ τοὺς ἐν Χριστῷ ἀδελφούς μας, τοὺς «ἐγγὺς» καὶ τοὺς «μακράν». Καὶ ἂς ἔχουμε μόνιμα σὲ νοῦ καὶ καρδιὰ τὸν ὕμνο ποὺ σήμερα ψάλλαμε: «Φαρισαίου φύγωμεν ὑψηγορίαν, καὶ Τελώνου μάθωμεν, τὸ ταπεινὸν ἐν στεναγμοῖς, πρὸς τὸν Σωτῆρα κραυγάζοντες· Ἵλαθι μόνε ἡμῖν εὐδιάλλακτε». Ἀμήν.

Τετάρτη 17 Φεβρουαρίου 2016

ΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΥ 14 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2016 Ἀριθμὸς 7 Κυριακὴ ΙΖ΄ Ματθαίου(Χαναναίας) 14 Φεβρουαρίου 2016 (Ματθ. ιε´, 21-28) Ἡ σημερινὴ Εὐαγγελικὴ διήγηση, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, περιγράφει τὴν ἀποκαλυπτικὴ συνάντηση τοῦ Κυρίου μὲ μιὰ ἄγνωστη Χαναναία γυναῖκα. Ὁ Εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος στὴν περικοπὴ αὐτὴ ἀναφέρεται σ’ ἕνα ἔργο τοῦ Ἰησοῦ ἐκτὸς τῶν ὁρίων τῆς Παλαιστίνης, θέλοντας νὰ τονίσει μ’ αὐτὸν τὸν τρόπο ὅτι ὅλα τὰ ἔθνη καὶ οἱ λαοὶ τῆς γῆς βρίσκονται στὸ σχέδιο τῆς θείας Οἰκονομίας γιὰ τὴ σωτηρία.

ΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΥ 14 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2016


Ἀριθμὸς 7
Κυριακὴ ΙΖ΄ Ματθαίου(Χαναναίας)
14 Φεβρουαρίου 2016
(Ματθ. ιε´, 21-28)
    Ἡ σημερινὴ Εὐαγγελικὴ διήγηση, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, περιγράφει τὴν ἀποκαλυπτικὴ συνάντηση τοῦ Κυρίου μὲ μιὰ ἄγνωστη Χαναναία γυναῖκα. Ὁ Εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος στὴν περικοπὴ αὐτὴ ἀναφέρεται σ’ ἕνα ἔργο τοῦ Ἰησοῦ ἐκτὸς τῶν ὁρίων τῆς Παλαιστίνης, θέλοντας νὰ τονίσει μ’ αὐτὸν τὸν τρόπο ὅτι ὅλα τὰ ἔθνη καὶ οἱ λαοὶ τῆς γῆς βρίσκονται στὸ σχέδιο τῆς θείας Οἰκονομίας γιὰ τὴ σωτηρία. 
   
Ἡ γυναῖκα αὐτὴ εἶχε ἀκούσει γιὰ τὸν Χριστὸ καὶ ἔσπευσε νὰ Τὸν συναντήσει ἐκμεταλλευόμενη τὴ ἐπίσκεψή Του στὰ μέρη της. Δοκίμαζε μεγάλη συμφορὰ καὶ ὁ πόνος συνέτριβε τὴν καρδιὰ της, γιατὶ ἡ θυγατέρα της ἦταν σὲ πολὺ ἄσχημη κατάσταση ὑποφέροντας ἀπὸ τὶς δαιμονικὲς δυνάμεις. Θὰ ἦταν πολὺ ἐνδιαφέρον καὶ συγχρόνως πολὺ ὠφέλιμο νὰ παρακολουθήσουμε τὸν διάλογο τοῦ Κυρίου μὲ τὴν Χαναναία καὶ νὰ περιγράψουμε, κατὰ δύναμιν, τὰ στάδια ἀπὸ τὰ ὁποῖα πέρασε ἡ προσωπικὴ σχέση της μαζὶ Του, ὥσπου νὰ φθάσει νὰ λάβει τὸ ποθούμενο, δηλ. τὴν θεραπεία τοῦ παιδιοῦ της. 
    Ἀρχικὰ ἀκούγεται ἡ θερμὴ ἱκεσία της. Κραυγάζει στὸν Κύριο λέγοντας: «Ἐλέησόν με Κύριε, Υἱὲ Δαβίδ, ἡ θυγάτηρ μου κακῶς δαιμονίζεται». Πρόκειται γιὰ ὁμολογία ποὺ μόνο τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ μποροῦσε νὰ ἀποκαλύψει στὴν καρδιά της. Ὁμολογεῑ τὴν θεότητα τοῦ Χριστοῦ, ὁμολογεῖ τὴν μεσσιανικότητά Του καὶ τέλος ζητεῖ τὸ ἔλεός Του γιὰ τὴν ἴδια καὶ ὄχι ἄμεσα γιὰ τὴν κόρη της. 
    Ἀπὸ ἐδῶ καὶ πέρα ἀρχίζει ἡ σκληρὴ δοκιμασία της.Τὸ πρῶτο σκαλοπάτι ποὺ καλεῖται νὰ ἀνεβεῖ εἶναι αὐτὸ τῆς σιωπῆς τοῦ Θεοῦ. «Ὁ δὲ οὐκ ἀπεκρίθη αὐτῇ λόγον». Μερικὲς φορὲς μοιάζει ὁ οὐρανὸς νὰ εἶναι κλειστός. Μερικὲς φορὲς ὁ ἐλεήμων καὶ εὔσπλαγχνος Θεὸς μοιάζει νὰ μὴν ἀκούει, σὰν νὰ μὴν Τὸν ἀγγίζουν τὰ προβλήματά μας, σὰν νὰ μὴν βλέπει ὅτι πονάει ἡ ψυχή, ὅτι ὑποφέρει, ὅτι ἔχει μεγάλη ἀνάγκη.
    Ἀκολουθεῖ ἕνα δεύτερο στάδιο. Μετὰ τὴν παρέμβαση τῶν μαθητῶν καὶ τὴν παράκλησή τους νὰ τὴν ἀπολύσει, ὁ Κύριος λύει τὴν σιωπή Του. «Ἐγὼ δὲν ἦλθα στὸν κόσμο παρὰ μόνο γιὰ τοὺς Ἑβραίους καὶ αὐτὴ εἶναι ξένη καὶ ἀλλόθρησκη». Ἐδῶ πλέον καλεῖται ἡ Χαναναία νὰ ἀνέβει ἕνα ἀκόμα σκαλοπάτι πιὸ δύσκολο ἀπὸ τὸ πρῶτο, αὐτὸ τῆς ἀπορρίψεως. Ἔρχονται στιγμὲς ποὺ αἰσθάνεται κανεὶς βαθιὰ μέσα του τὴν στιγμὴ ποὺ προσεύχεται καὶ προσπαθεῖ καὶ παρακαλεῖ σὰν νὰ ἀπορρίπτεται, σὰν νὰ μὴν εἶναι ἀπ’ αὐτοὺς ποὺ ἀγαπᾶ ὁ Θεός.
    Μεγάλος πειρασμὸς καὶ μεγάλη δυσκολία. Τί κάνει ὅμως ἡ Χαναναία; Ἐπιμένει στὴν προσωπικὴ κοινωνία της μὲ τὸν Χριστό. Δηλαδὴ ἐνῶ μέχρι τώρα πήγαινε πίσω ἀπὸ τὸν Ἰησοῦ, τώρα ἔρχεται μπροστά Του, πέφτει στὰ πόδια Του καὶ τοῦ λέγει: «Κύριε, βοήθει μοι».
    Καὶ ἡ ἀπάντηση τοῦ Κυρίου ποὺ φαίνεται καθοριστικὴ γιὰ τὴν σωτηρία καὶ τὴν ὑπερύψωση τῆς Χαναναίας, τὴν ἀνεβάζει στὸ τρίτο σκαλοπάτι τῆς δοκιμασίας της. Ὁ Κύριος κάνει μιὰ φοβερὴ διάκριση. Μιλεῖ γιὰ «τέκνα» καὶ γιὰ «κυνάρια». «Τέκνα» εἶναι ὁ λαὸς τοῦ Θεοῦ καὶ «κυνάρια» ὁ κόσμος τῶν Ἐθνικῶν. Ἄρτος, οἱ δωρεὲς τοῦ Θεοῦ. Ἡ Χαναναία οὔτε θίγεται οὔτε ἀποθαρρύνεται, ἀλλά ἀντιστρέφει τὸ παράδειγμα τοῦ Χριστοῦ καὶ ἀπαντᾶ μὲ τρόπο ποὺ φανερώνει τὸ ἐπίπεδο τῆς πνευματικῆς πορείας καὶ ζωῆς της.
    «Ναί, Κύριε, καὶ γὰρ τὰ κυνάρια ἐσθίει ἀπὸ τῶν ψιχίων τῶν πιπτόντων ἀπὸ τῆς τραπέζης τῶν κυρίων αὐτῶν». Καὶ μόλις ὁ Κύριος ἄκουσε αὐτὸν τὸν λόγον ἀνεφώνησε μὲ θαυμασμό: «Ὦ γύναι, μεγάλη σου ἡ πίστις! Γεννηθήτω σοι ὡς θέλεις». Καὶ ἡ δαιμονισμένη θυγατέρα τῆς Χαναναίας θεραπεύθηκε ἀμέσως.
    Καθὼς σταματᾶ ἐδῶ ἡ διήγηση τοῦ Εὐαγγελιστοῦ, ἐμεῖς μένουμε κατάπληκτοι μὲ τὴν ἀπόλυτη καὶ ἰσχυρὴ πίστη τῆς Ἑλληνίδας γυναίκας ἀπὸ τὴν Χαναάν, ποὺ ξέρει καὶ ἔχει τὴ δύναμη νὰ ταπεινώνεται, νὰ παρακαλεῖ κραυγάζουσα πρὸς τὸν Θεό, νὰ ἐπιμένει καὶ νὰ ὑπομένει, μέχρις ὅτου λάβει τὸ ζητούμενο.
    Παρουσιάζεται μπροστὰ στὸν Ἰησοῦ ταπεινὰ χωρὶς θράσος καὶ ἀπαιτητικότητα, χωρὶς ἐγωϊστικὸ θέλημα γιὰ τὴν ἱκανοποίηση τοῦ ἀνθρωπίνου αἰτήματός της. Αἰσθανόταν ἀσήμαντη μπροστὰ στὴν ἁγιότητα τοῦ Κυρίου, ἄξια ἀπόρριψης καὶ περιφρόνησης μὰ μὲ ἀκλόνητη τὴν πίστη ὅτι ὁ λόγος Του, ὅποιος καὶ νὰ ἦταν, ἦταν γι’ αὐτὴν λόγος ζωοποιός. Ἔτσι γίνεται ἄξια νὰ τελεσθεῖ τὸ θαῦμα στὴ ζωὴ τὴν δική της καὶ τῆς πάσχουσας θυγατέρας της.
    Ἄν θέλουμε καὶ ἐμεῖς, ἀδελφοί μου, στὰ σοβαρὰ νὰ βροῦμε τὸν Θεὸ καὶ νὰ ἔχουμε μιὰ λυτρωτικὴ συνάντηση μαζί Του, νὰ εἴμαστε ἀποφασισμένοι ὅτι ἡ ψυχή μας λίγο–πολὺ θὰ περάσει τὰ στάδια αὐτὰ «τῆς σιωπῆς», «τῆς περιφρονήσεως», καὶ «τῆς προσβολῆς» ἐκ μέρους τοῦ Θεοῦ.
    Στὴν δύσκολη αὐτὴ ὥρα θὰ χρειασθεῖ νὰ ὁπλισθοῦμε μὲ τὰ πνευματικὰ ἐφόδια τῆς Χαναναίας γυναίκας, τὴν ἀληθινὴ πίστη καὶ τὴν βαθειὰ ταπείνωση. Ἔτσι θὰ ἐπιτύχουμε νὰ συναντήσουμε τὸν Κύριο, νὰ ἔχουμε αἴσθηση τῆς χάριτος καὶ παρουσίας Του στὴ ζωή μας καὶ ἡ καρδιά μας θὰ ἀρχίσει νὰ γίνεται τόπος τῆς ἐμφανείας τοῦ Θεοῦ. Ἀμήν. ΠΗΓΗ ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΑ Ι.Μ.ΧΙΟΥ ΨΑΡΡΩΝ ΚΑΙ ΟΙΝΟΥΣΣΩΝ

Δευτέρα 8 Φεβρουαρίου 2016

Κυριακή, 7 Φεβρουαρίου 2016 7 Φεβρουαρίου 2016 - Κυριακὴ ΙΣΤ΄ Ματθαίου ΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΥ Ἀριθμὸς 6 Κυριακὴ ΙΣΤ΄ Ματθαίου 7 Φεβρουαρίου 2016 (Ματθ. κε΄, 14-30) Ὁ Χριστός, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, συχνά δίδασκε τούς ἀνθρώπους μέ παραβολές. Οἱ παραβολές ἦταν φτιαχτές ἱστορίες ἀπό τήν καθημερινή ζωή πού φανέρωναν καί φανερώνουν, μέ παραστατικό καί ἐντυπωσιακό τρόπο ἡ καθεμιά, κάτι ξεχωριστό γιά τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Οἱ ἄνθρωποι πού τίς ἀκοῦνε κατανοοῦν τήν ἀξία τους, ἀφοῦ ὁ Χριστός φανερώνει μ’ αὐτές μοναδικές ἀλήθειες γιά τό Θεό, τό συνάνθρωπο καί τήν ἀγάπη. Ἀκόμη χαράσσονται βαθιά μέσα τους καί τίς θυμοῦνται πάντοτε.

Κυριακή, 7 Φεβρουαρίου 2016

7 Φεβρουαρίου 2016 - Κυριακὴ ΙΣΤ΄ Ματθαίου

ΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΥ
Ἀριθμὸς 6
Κυριακὴ ΙΣΤ΄ Ματθαίου
7 Φεβρουαρίου 2016
(Ματθ. κε΄, 14-30)

Ὁ Χριστός, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, συχνά δίδασκε τούς ἀνθρώπους μέ παραβολές. Οἱ παραβολές ἦταν φτιαχτές ἱστορίες ἀπό τήν καθημερινή ζωή πού φανέρωναν καί φανερώνουν, μέ παραστατικό καί ἐντυπωσιακό τρόπο ἡ καθεμιά, κάτι ξεχωριστό γιά τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Οἱ ἄνθρωποι πού τίς ἀκοῦνε κατανοοῦν τήν ἀξία τους, ἀφοῦ ὁ Χριστός φανερώνει μ’ αὐτές μοναδικές ἀλήθειες γιά τό Θεό, τό συνάνθρωπο καί τήν ἀγάπη. Ἀκόμη χαράσσονται βαθιά μέσα τους καί τίς θυμοῦνται πάντοτε.

Μία ἀπό τίς πολλές παραβολές τοῦ Χριστοῦ ἀκούσαμε καί στό σημερινό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα, τήν παραβολή τῶν ταλάντων. «Ἕνας ἄνθρωπος, λέγει ὁ Ἰησοῦς, πού θά πήγαινε ταξίδι κάλεσε τούς δούλους του καί τούς ἐμπιστεύτηκε τά ὑπάρχοντά του. Σ’ ἕναν ἔδωσε πέντε τάλαντα, σ’ ἄλλον δύο, σ’ ἄλλον ἕνα, στόν καθένα ἀνάλογα μέ τήν ἱκανότητά του. Καί ἔφυγε ἀμέσως γιά τό ταξίδι». Ὁ ἄνθρωπος τῆς παραβολῆς, βέβαια, πού θά πήγαινε ταξίδι δέν εἶναι ἄλλος ἀπό τόν δωρεοδότη Θεό, πού μοιράζει στούς ἀνθρώπους πλουσιοπάροχα τά χαρίσματά Του. Εἶναι ἀλήθεια ὅτι δέν μποροῦμε νά ἐξηγήσουμε πῶς ὁ Θεός μοιράζει τά χαρίσματά Του. Ὁ Θεός δίνει στόν καθένα ὅσο θέλει καί ὁ ἄνθρωπος παίρνει τό χάρισμά του ἀνάλογα μέ τή δεκτικότητά του. Τό εὐχάριστο βέβαια εἶναι ὅτι δέν ὑπάρχει ἄνθρωπος χωρίς ἔστω καί ἕνα τάλαντο. Ἀρκεῖ νά προσπαθήσουμε ὁ καθένας νά ἀνιχνεύσουμε καί νά βροῦμε μέσα μας τό χάρισμα πού μᾶς ἔδωσε ὁ Θεός. Κι ἄς μή παραπονιόμαστε πώς τάχα ἀδικηθήκαμε. Εἶναι ἀρκετό νά γνωρίζουμε πώς «ἐκάστω δίδοται ἡ φανέρωσις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος πρός τό συμφέρον» καί «κατά τήν ἰδίαν δύναμιν». Ἡ ποικιλία ἐξάλλου τῶν χαρισμάτων μέσα στό θεανθρώπινο σῶμα τῆς Ἐκκλησίας εἶναι γεγονός. Γιά νά λειτουργεῖ ἁρμονικά καί ἀποδοτικά αὐτό τό σῶμα ἔχει ἀνάγκη πολλῶν καί ποικίλων χαρισμάτων. Γι’ αὐτό κάθε μέλος αὐτοῦ τοῦ σώματος θεωρεῖται καί εἶναι χαρισματοῦχο. Δέν ἔχει σημασία ἄν ὅλοι δέν ἔχουν κάποιο ἐντυπωσιακό χάρισμα. Γεγονός ὅμως εἶναι πώς ὁ καθένας ἔχει τήν ἰδιαιτερότητά του, ἀφοῦ εἶναι μοναδικό καί ἀνεπανάληπτο πρόσωπο. Γι’ αὐτή τήν ποικιλία τῶν χαρισμάτων ὁ Ἅγιος Ἰγνάτιος ὁ Θεοφόρος λέγει πώς, ὅπως ἡ κιθάρα μόνο ὅταν ἔχει διαφορετικές χορδές μπορεῖ νά ἀποδίδει ἁρμονική μελωδία, ἔτσι καί ἡ ἐκκλησιαστική κοινωνία λειτουργεῖ ἁρμονικά μέ τίς διαφοροποιήσεις τῶν χαρισμάτων.

«Ὕστερα ἀπό ἕνα μεγάλο χρονικό διάστημα, συνεχίζει ὁ Χριστός στήν παραβολή Του, γύρισε ὁ κύριος ἐκείνων τῶν δούλων καί τούς ζητεῖ λογαριασμό. Παρουσιάστηκε τότε ἐκεῖνος πού εἶχε λάβει τά πέντε τάλαντα καί τοῦ ἔφερε ἄλλα πέντε. Κύριε, τοῦ λέει, μοῦ ἐμπιστεύτηκες πέντε τάλαντα, κοίτα, κέρδισα μ’ αὐτά ἄλλα πέντε. Ὁ κύριος του εἶπε: Εὖγε καλέ καί ἔμπιστε δοῦλε, ἀποδείχθηκες ἀξιόπιστος στά λίγα, γι’ αὐτό θά σοῦ ἐμπιστευθῶ πολλά. Ἔλα νά γιορτάσεις μαζί μου». Τά ἴδια ἄκουσε καί ἐκεῖνος πού πῆρε δύο τάλαντα καί τοῦ παρουσίασε τέσσερα. Ἦρθε ὅμως καί ὁ τρίτος πού εἶχε λάβει τό ἕνα τάλαντο καί τοῦ εἶπε: «Κύριε, ἤξερα πώς εἶσαι σκληρός ἄνθρωπος… γι’ αὐτό φοβήθηκα καί ἔκρυψα τό τάλαντό σου στή γῆ. Ὁρίστε τά λεφτά σου». Ὁ κύριος τοῦ ἀποκρίθηκε: «Πονηρέ δοῦλε καί ὀκνηρέ, ἤξερες ὅτι θερίζω ὅπου δέν ἔσπειρα… ἔπρεπε λοιπόν νά βάλεις τά χρήματα στήν τράπεζα καί ἐγώ θά τά ἔπαιρνα μέ τόκο. Πάρτε του λοιπόν τό τάλαντο καί δῶστε το σ’ αὐτόν πού ἔχει τά δέκα. Καί τόν ἄθλιο αὐτόν δοῦλο πετάξτε τόν ἔξω στό σκοτάδι».

Γιά τά χαρίσματα, ἀγαπητοί χριστιανοί, πού μᾶς δώρισε ὁ Θεός θά λογοδοτήσουμε ὅταν ἔρθει ἡ ὥρα τῆς κρίσεως. Εἶναι πλάνη νά νομίζουμε πώς τό χάρισμα μᾶς ἀνήκει καί μᾶς προσδίδει προσωπική ἀξία. Ἄν τό βλέπουμε ἔτσι, τότε τό χρησιμοποιοῦμε γιά προσωπική προβολή καί ἐπιβολή καί συχνά γιά καταδυνάστευση καί ἐκμετάλλευση τῶν ἄλλων. Ὁδηγούμαστε συνεπῶς στήν κατάχρηση τῆς δωρεᾶς, στόν ἐγωισμό, στήν ἄρνηση τῆς ἀγάπης ἤ στήν ἀδράνεια καί στήν ἀπόκρυψη τοῦ ταλάντου καί τελικά στήν ἀπώλεια τῶν δωρεῶν τοῦ Θεοῦ.Συνεπῶς, ὀφείλουμε νά καλλιεργοῦμε καί νά ἀναπτύσσουμε τά τάλαντά μας. Νά ἐργαζόμαστε πάνω σ’ αὐτά, νά τά ἀξιοποιοῦμε καί νά τά πολλαπλασιάζουμε. Ἡ ἀξιοποίηση βέβαια γίνεται ὅταν προσφέρουμε τά χαρίσματά μας «πρός τόν καταρτισμόν τῶν Ἁγίων εἰς ἔργον διακονίας, εἰς οἰκοδομήν τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ». Ἀξιοποίηση τῶν δωρεῶν τοῦ Θεοῦ στή συνείδηση τῆς Ἐκκλησίας σημαίνει καί κοινωνική προσφορά καί φιλανθρωπία πρός τούς πάσχοντες ἀδελφούς μας. Ἐξάλλου εἶναι γνωστό ἀπό τήν παραβολή τῆς κρίσεως, πώς τό κριτήριο τῆς σωτηρίας εἶναι ἡ ἀγάπη πρός τόν ἀδελφό μας. Τό ἄνοιγμα ἄρα τοῦ οὐρανοῦ καί ὁ δρόμος τῆς σωτηρίας περνᾶ μέσα ἀπό τήν Ἐκκλησία, ἀπό τή σχέση μας δηλαδή μέ τό Χριστό, πού εἶναι ἡ κεφαλή της καί τή σχέση μας μέ τούς ἀδελφούς μας, πού εἶναι τά μέλη της. Ἄν τό συνειδητοποιήσουμε αὐτό, τότε τά χαρίσματά μας θά χρησιμοποιηθοῦν γιά τήν προαγωγή αὐτοῦ τοῦ σώματος καί ὑπάρχει βέβαιη ἐλπίδα νά ἀκούσουμε καί ἐμεῖς τά λόγια τοῦ Κυρίου: «Εὖ δοῦλε ἀγαθέ καί πιστέ· εἴσελθε εἰς τήν χαράν τοῦ Κυρίου σου». Ἀμήν.

Ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Χίου

Τετάρτη 3 Φεβρουαρίου 2016

ΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΥ 31 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 2016 ICXCNIKA Ἀ­ριθ­μὸς 5 31 Ἰ­α­νου­α­ρί­ου 2016 Κυ­ρια­κή ΙΕ΄ Λου­κᾶ (Ζακ­χαί­ου) (Λουκ. ιθ´ 1-10) Ἡ ση­με­ρι­νὴ Εὐ­αγ­γε­λι­κὴ πε­ρι­κο­πή, ἀ­γα­πη­τοὶ ἀ­δελ­φοί, ἀ­να­φέ­ρε­ται στὴ συ­νάν­τη­ση τοῦ Ζακ­χαί­ου μὲ τὸ Χρι­στό. Ὁ Ζακ­χαῖ­ος ἦ­ταν ἀρ­χι­τε­λώ­νης. Οἱ τε­λῶ­νες ἐ­κεί­νη τὴν ἐ­πο­χὴ προ­πλή­ρω­ναν τοὺς φό­ρους στοὺς Ρω­μαί­ους κα­τα­κτη­τὲς καὶ στὴ συ­νέ­χεια ἀ­νε­λάμ­βα­ναν νὰ τοὺς εἰ­σπρά­ξουν οἱ ἴ­διοι ἀ­πὸ τὸ λα­ό, ἐ­πι­βα­ρύ­νον­τας ὅ­μως τοὺς φο­ρο­λο­γού­με­νους μὲ ἐ­πι­πλέ­ον πο­σὰ ἀ­πο­σκο­πῶν­τας στὸν δι­κό τους πλου­τι­σμό. Γιὰ τὸ λό­γο αὐ­τὸ οἱ τε­λῶ­νες θε­ω­ροῦν­ταν ἐξ ὁ­ρι­σμοῦ ἁ­μαρ­τω­λοὶ καὶ ἦ­ταν ἀ­πο­κλει­σμέ­νοι ἀ­πὸ τὴν κοι­νό­τη­τα τοῦ λα­οῦ τοῦ Θε­οῦ.

ΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΥ 31 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 2016

ICXCNIKA
Ἀ­ριθ­μὸς 5
31 Ἰ­α­νου­α­ρί­ου 2016
Κυ­ρια­κή ΙΕ΄ Λου­κᾶ (Ζακ­χαί­ου)
(Λουκ. ιθ´ 1-10)
Ἡ ση­με­ρι­νὴ Εὐ­αγ­γε­λι­κὴ πε­ρι­κο­πή, ἀ­γα­πη­τοὶ ἀ­δελ­φοί, ἀ­να­φέ­ρε­ται στὴ συ­νάν­τη­ση τοῦ Ζακ­χαί­ου μὲ τὸ Χρι­στό. Ὁ Ζακ­χαῖ­ος ἦ­ταν ἀρ­χι­τε­λώ­νης. Οἱ τε­λῶ­νες ἐ­κεί­νη τὴν ἐ­πο­χὴ προ­πλή­ρω­ναν τοὺς φό­ρους στοὺς Ρω­μαί­ους κα­τα­κτη­τὲς καὶ στὴ συ­νέ­χεια ἀ­νε­λάμ­βα­ναν νὰ τοὺς εἰ­σπρά­ξουν οἱ ἴ­διοι ἀ­πὸ τὸ λα­ό, ἐ­πι­βα­ρύ­νον­τας ὅ­μως τοὺς φο­ρο­λο­γού­με­νους μὲ ἐ­πι­πλέ­ον πο­σὰ ἀ­πο­σκο­πῶν­τας στὸν δι­κό τους πλου­τι­σμό. Γιὰ τὸ λό­γο αὐ­τὸ οἱ τε­λῶ­νες θε­ω­ροῦν­ταν ἐξ ὁ­ρι­σμοῦ ἁ­μαρ­τω­λοὶ καὶ ἦ­ταν ἀ­πο­κλει­σμέ­νοι ἀ­πὸ τὴν κοι­νό­τη­τα τοῦ λα­οῦ τοῦ Θε­οῦ.
Ὁ Ζακ­χαῖ­ος, ὡ­στό­σο, ἂν καὶ τε­λώ­νης, εἶ­χε μί­α ἀ­γα­θὴ ἐ­πι­θυ­μί­α: ἤ­θε­λε νὰ δεῖ τὸν Ἰ­η­σοῦ. Ἐ­πει­δὴ ὅ­μως ἦ­ταν κον­τός, τὸ πλῆ­θος ποὺ πε­ρι­έ­βα­λε τὸ Χρι­στὸ δὲν τοῦ ἐ­πέ­τρε­πε νὰ Τὸν ἀν­τι­κρύ­σει. Γιὰ νὰ μπο­ρέ­σει λοι­πὸν νὰ Τὸν δεῖ σκαρ­φά­λω­σε σ’ ἕ­να δέν­τρο.
Ἡ πρά­ξη αὐ­τὴ τοῦ Ζακ­χαί­ου ἦ­ταν πρά­ξη τα­πει­νω­τι­κή. Πρῶ­τον, δι­ό­τι ἕ­νας πλού­σιος ἀ­ξι­ω­μα­τοῦ­χος τῆς ἐ­πο­χῆς σκαρ­φά­λω­νε σὰν μι­κρὸ παι­δὶ πά­νω σ’ ἕ­να δέν­τρο. Δεύ­τε­ρον, δι­ό­τι, ἀ­νε­βαί­νον­τας στὸ δέν­τρο, ἐ­ξέ­θε­τε ἀ­κό­μη πε­ρισ­σό­τε­ρο τὸ χα­ρα­κτη­ρι­στι­κὸ τοῦ μι­κροῦ του ἀ­να­στή­μα­τος, πρᾶγ­μα ποὺ θὰ τὸν ἐ­ξέ­θε­τε ἀ­κό­μα πιὸ πο­λὺ στὰ ἀρ­νη­τι­κὰ καὶ ἐν­δε­χο­μέ­νως εἰ­ρω­νι­κὰ σχό­λια τοῦ πλή­θους. Ὁ Ζακ­χαῖ­ος ὅ­μως τα­πει­νώ­νε­ται ἑ­κου­σί­ως, ἐ­πει­δὴ θέ­λει νὰ δεῖ τὸν Χρι­στό. Θέ­λει νὰ δεῖ τὸν Χρι­στό, ὁ ὁ­ποῖ­ος ἐ­πί­σης πρό­κει­ται σὲ λί­γο νὰ τα­πει­νω­θεῖ, ἀ­νε­βαί­νον­τας κι Ἐ­κεῖ­νος σ’ ἕ­να ξύ­λο, στὸ ξύ­λο τοῦ σταυ­ροῦ. Ἡ τα­πεί­νω­ση τοῦ Ζακ­χαί­ου συγ­κρο­τεῖ ση­μεῖ­ο ἐ­πα­φῆς μὲ τὸ Χρι­στό, ποὺ βα­δί­ζει τὸ δρό­μο πρὸς τὰ Ἱ­ε­ρο­σό­λυ­μα, τὸ δρό­μο δη­λα­δὴ τῆς τα­πεί­νω­σης καὶ τοῦ μαρ­τυ­ρί­ου.
Γι’ αὐ­τὸ λοι­πόν, ὅ­ταν ὁ Ζακ­χαῖ­ος βλέ­πει τὸ Χρι­στό, τὸν βλέ­πει κι Ἐ­κεῖ­νος καὶ τοῦ ζη­τεῖ νὰ κα­τε­βεῖ ἀ­πὸ τὸ δέν­τρο, δι­ό­τι αὐ­τό τὸ βρά­δυ πρό­κει­ται νὰ μεί­νει στὸ σπί­τι του. Ὁ Ζακ­χαῖ­ος κα­τε­βαί­νει καὶ Τὸν ὑ­πο­δέ­χε­ται μὲ χα­ρά, ἐ­νῷ τὸ πλῆ­θος, ἀ­νί­κα­νο νὰ κα­τα­νο­ή­σει τὸ μή­νυ­μα καὶ τὴν ἀ­πο­στο­λὴ τοῦ Χρι­στοῦ, γογ­γύ­ζει καὶ ἐ­ναν­τί­ον τοῦ ἁ­μαρ­τω­λοῦ, ὅ­πως τὸν χα­ρα­κτη­ρί­ζει, Ζακ­χαί­ου, ἀλ­λὰ καὶ ἐ­ναν­τί­ον τοῦ ἴ­διου τοῦ Χρι­στοῦ, ποὺ ἐ­πέ­λε­ξε νὰ κα­τα­λύ­σει στὸ σπί­τι του.
Ἀν­τί­θε­τα ὁ Ζακ­χαῖ­ος, ἀλ­λοι­ω­μέ­νος ἀ­πὸ τὴν ἀ­πρό­σμε­νη ἀ­πο­δο­χὴ καὶ ἀ­γά­πη τοῦ Χρι­στοῦ, δη­λώ­νει ἑ­κου­σί­ως καὶ αὐ­το­βού­λως ὅ­τι θὰ δώ­σει τὴ μι­σή του πε­ρι­ου­σί­α στοὺς φτω­χοὺς καὶ ὅ­τι, ἐ­ὰν ἀ­δί­κη­σε κά­ποι­ον, θὰ τοῦ ἐ­πι­στρέ­ψει τὰ τε­τρα­πλά­σια. Ἔ­χον­τας τα­πει­νω­θεῖ καὶ δι­α­πι­στώ­σει πό­σο πο­λὺ ἀ­πο­δέ­χε­ται καὶ ἀ­γα­πᾶ τὸν ἄν­θρω­πο ὁ Χρι­στός, ἐμ­φα­νί­ζε­ται πρό­θυ­μος νὰ ἀν­τα­πο­κρι­θεῖ ἔμ­πρα­κτα στὴν ἀ­γά­πη Του, υἱ­ο­θε­τῶν­τας μί­α ἀν­τί­στοι­χη στά­ση ἀ­γά­πης πρὸς τοὺς ἄλ­λους ἀν­θρώ­πους.
Με­τὰ τὴ γνω­στο­ποί­η­ση τῆς ἀ­πό­φα­σης τοῦ Ζακ­χαί­ου νὰ δι­α­νεί­μει τὴν πε­ρι­ου­σί­α του, ὁ Χρι­στὸς ὁ­μο­λο­γεῖ ὅ­τι ἡ σω­τη­ρί­α ἦρ­θε σ’ ἐ­κεῖ­νο τὸ σπί­τι. Δι­ό­τι καὶ ὁ Ζακ­χαῖ­ος εἶ­ναι παι­δὶ τοῦ Ἀ­βρα­άμ. Εἶ­ναι, καὶ ἐ­κεῖ­νος, τὸ χα­μέ­νο πρό­βα­το ποὺ ἦλ­θε νὰ ζη­τή­σει καὶ νὰ σώ­σει ὁ κα­λὸς ποι­μέ­νας. Ὁ Υἱ­ὸς τοῦ ἀν­θρώ­που ἦρ­θε νὰ ζη­τή­σει τὴ σω­τη­ρί­α τοῦ Ζακ­χαί­ου ἤ­δη πρὶν ὁ ἴ­διος ὁ Ζακ­χαῖ­ος ζη­τή­σει νὰ δεῖ ποι­ὸς εἶ­ναι ὁ Χρι­στός. Ἡ σω­τη­ρί­α αὐ­τὴ πε­ρι­λαμ­βά­νει τὴν ἀ­πο­κα­τά­στα­ση τῆς σχέ­σης τοῦ Ζακ­χαί­ου τό­σο μὲ τὸν ἴ­διο τὸ Θε­ό, ὅ­σο καὶ μὲ τὴν κοι­νό­τη­τα τοῦ λα­οῦ τοῦ Θε­οῦ, ἀ­πὸ τὴν ὁ­ποί­α τὸν εἶ­χε ἀ­πο­κλεί­σει ἡ προ­γε­νέ­στε­ρη ἁ­μαρ­τω­λὴ ζω­ή του.
Ἡ ση­με­ρι­νή πε­ρι­κο­πὴ μᾶς φα­νε­ρώ­νει, με­τα­ξὺ ἄλ­λων, τὰ στά­δια μέ­σα ἀ­πὸ τὰ ὁ­ποῖ­α συ­χνὰ δι­έρ­χε­ται ἡ σχέ­ση τοῦ ἀν­θρώ­που μὲ τὸν Θε­ό. Ὁ ἄν­θρω­πος εἶ­ναι ἁ­μαρ­τω­λὸς καὶ ἄ­δι­κος. Ὁ Χρι­στὸς ὅ­μως ἐ­πι­ζη­τεῖ τὴ σω­τη­ρί­α τοῦ ἀν­θρώ­που. Πολ­λὲς φο­ρὲς ἡ σω­τη­ρί­α αὐ­τή, ἡ συ­νάν­τη­ση δη­λα­δὴ μὲ τὸ Χρι­στό, πα­ρεμ­πο­δί­ζε­ται ἀ­πὸ ἄλ­λους ἀν­θρώ­πους, ἀ­κό­μα καὶ ἀ­πὸ πλή­θη ποὺ πε­ρι­στοι­χί­ζουν τὸ Χρι­στό, χω­ρὶς στὴν πραγ­μα­τι­κό­τη­τα νὰ κα­τα­νο­οῦν καὶ νὰ ἐν­στερ­νί­ζον­ται τὸ μή­νυ­μα καὶ τὴν ἀ­πο­στο­λή Του.
Γιὰ νὰ συ­ναν­τή­σει κα­νεὶς τὸ Χρι­στὸ θὰ πρέ­πει πρῶ­τα νὰ τὸ θέ­λει καὶ νὰ τὸ προ­σπα­θή­σει. Στὴ συ­νέ­χεια θὰ πρέ­πει νὰ τα­πει­νω­θεῖ, ὥ­στε νὰ ὁ­μοιά­σει ἐ­σω­τε­ρι­κὰ πρὸς ἐ­κεῖ­νον ποὺ τα­πει­νώ­θη­κε πά­νω στὸ Σταυ­ρὸ γιὰ τὴ σω­τη­ρί­α μας. Μὲ τὴν τα­πεί­νω­ση ἀ­νοί­γει ὁ δρό­μος τῆς συ­νάν­τη­σης μὲ τὸν Χρι­στό. Ἡ συ­νάν­τη­ση ὅ­μως αὐ­τὴ δὲν ἐ­ξαν­τλεῖ­ται σὲ ἐ­σω­τε­ρι­κὰ βι­ώ­μα­τα καὶ εὐ­σε­βεῖς σκέ­ψεις. Ἐ­ὰν εἶ­ναι γνή­σια, με­του­σι­ώ­νε­ται σὲ συγ­κε­κρι­μέ­νες πρά­ξεις. Ὁ­δη­γεῖ στὴν ἔμ­πρα­κτη ἀλ­λα­γὴ τῆς στά­σης τοῦ ἀν­θρώ­που πρὸς τοὺς συ­ναν­θρώ­πους του. Καὶ κα­τα­λή­γει ὄ­χι στὴν τυ­πι­κή, ἀλ­λὰ στὴν οὐ­σι­α­στι­κὴ καὶ πλή­ρη ἔν­τα­ξή του στὸ λα­ὸ τοῦ Θε­οῦ, στὴν Ἐκ­κλη­σί­α, στὴν κοι­νό­τη­τα δη­λα­δὴ τῶν ἀν­θρώ­πων ποὺ ἀ­γω­νί­ζον­ται νὰ ἀ­γα­πή­σουν τὸ Θε­ὸ καὶ τὸν ἄν­θρω­πο, καὶ ποὺ βι­ώ­νουν κα­θη­με­ρι­νὰ τὴ θυ­σί­α ἀλ­λὰ καὶ τὴ χα­ρὰ τῆς πα­ρου­σί­ας τοῦ Θε­οῦ καὶ τοῦ ἀν­θρώ­που στὴ ζω­ή τους. Γέ­νοι­το. ΠΗΓΗ ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΑ Ι.Μ.ΧΙΟΥ ΨΑΡΩΝ ΚΑΙ ΟΙΝΟΥΣΣΩΝ