Δευτέρα 21 Νοεμβρίου 2016

ΤΟ ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 20 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ Ἡ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπή, ἀδελφοί μου, λέγεται «παραβολὴ τοῦ ἄφρονος πλουσίου». Ἡ ἀφορμὴ γιὰ νὰ τὴν διηγηθεῖ ὁ Κύριος δόθηκε ἀπὸ τὸ ἑξῆς περιστατικό: Κάποιος ἀπὸ τοὺς ἀκροατὲς τοῦ Χριστοῦ τὸν πλησίασε καὶ τοῦ εἶπε: «Διδάσκαλε εἶπε τῷ ἀδελφῷ μου μερίσασθαι τὴν κληρονομία μετ᾿ ἐμοῦ» καὶ ἔλαβε ὡς ἀπάντηση τὸ ἐρώτημα «τίς με κατέστησε δικαστὴν ἢ μεριστὴν ἐφ᾿ὑμᾶς;».

ΤΟ ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 20 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ

 Ἡ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπή, ἀδελφοί μου, λέγεται «παραβολὴ τοῦ ἄφρονος πλουσίου». Ἡ ἀφορμὴ γιὰ νὰ τὴν διηγηθεῖ ὁ Κύριος δόθηκε ἀπὸ τὸ ἑξῆς περιστατικό: Κάποιος ἀπὸ τοὺς ἀκροατὲς τοῦ Χριστοῦ τὸν πλησίασε καὶ τοῦ εἶπε: «Διδάσκαλε εἶπε τῷ ἀδελφῷ μου μερίσασθαι τὴν κληρονομία μετ᾿ ἐμοῦ» καὶ ἔλαβε ὡς ἀπάντηση τὸ ἐρώτημα «τίς με κατέστησε δικαστὴν ἢ μεριστὴν ἐφ᾿ὑμᾶς;».
Ὅταν δυὸ ἀδέλφια, ποὺ μεταξύ τους συνδέονται μὲ δεσμοὺς ἐξ αἵματος, πιὸ πάνω ἀπὸ τὴν ἀδελφοσύνη βάζουν τὴν πλεονεξία, ποιὸς μπορεῖ νὰ τοὺς ἀλλάξει γνώμη καὶ νὰ τοὺς συμβιβάσει; Ἡ πλεονεξία ἀφαιρεῖ ἀπὸ τὴν καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου κάθε εὐγενικὸ συναίσθημα, ἀκόμα καὶ πρὸς τοὺς γονεῖς καὶ τὰ ἀδέλφια. Καὶ γιὰ νὰ ἀντιληφθοῦν ὅλοι ὅτι ἡ πλεονεξία εἶναι ἀφροσύνη καὶ ὁδηγεῖ σὲ ψυχικὸ καὶ σωματικὸ ὄλεθρο, διηγήθηκε τὴν παραβολὴ τοῦ «ἄφρονος πλουσίου».

Ἡ συμπεριφορὰ τοῦ πλουσίου τῆς παραβολῆς εἶναι πράγματι ἀφροσύνη. Διότι πρῶτον λησμονεῖ τὸν Θεὸ τὴν ὥρα τῆς εὐφορίας τῶν ἀγρῶν του. Λησμονεῖ ἢ μᾶλλον δὲν πιστεύει ὅτι ὁ Θεὸς κυβερνᾶ τὸν κόσμο καὶ ὅτι, ἂν Ἐκεῖνος δὲν θέλει, ὅσο καὶ ἂν κοπιάσει, οὔτε οἱ ἀγροί του οὔτε τὰ χωράφια του θὰ ἀπέδιδαν καρπούς οὔτε οἱ ἐλιές του σταγόνα λάδι. Δεύτερον λησμονεῖ ὅτι ἔχει προικισθεῖ ἀπὸ τὸν Θεὸ μὲ ἀθάνατη ψυχὴ καὶ ἔχει ὑποχρέωση νὰ τὴν καλλιεργήσει. Ξεχνᾶ ὅτι ἡ ψυχὴ δὲν διατρέφεται μὲ προϊόντα καὶ καρποὺς τῆς γῆς καὶ ὑλικὰ μέσα. Ἔτσι γίνεται ὁ ἴδιος δολοφόνος τῆς ψυχῆς του. Τί μεγάλη στ᾿ ἀλήθεια ἀφροσύνη. Ὅμως προχωρεῖ καὶ σὲ ἄλλη ἄφρονα ἐνέργεια ὁ πλούσιος. Παραμελεῖ καὶ ἀγνοεῖ τοὺς συνανθρώπους του. Ἡ στάση του εἶναι προκλητική. Χωρὶς συναίσθηση καὶ χωρὶς ντροπὴ τακτοποιεῖ τὰ ἔσοδα ἀπὸ τὴν εὐφορία τῶν καρπῶν τῆς γῆς του μόνο γιὰ τὸν ἑαυτό του «συνάξω πάντα τὰ γεννήματά μου καὶ τὰ ἀγαθά μου» ποῦ; «Καθελῶ μου τὰς ἀποθήκας καὶ μείζονας οἰκοδομήσω».
Ἀδελφοί μου, γκρέμισε ὁ πλούσιος ἄφρων τὶς ἀποθῆκες του καὶ ἔκτισε μεγαλύτερες. Κουράστηκε πολὺ ἕως ὅτου συνάξει ὅλα τὰ ἀγαθά του. Ξάπλωσε κατόπιν νὰ ξεκουραστεῖ ἀπὸ τὸν κόπο καὶ τὴν ἀγωνία καὶ γεμᾶτος αὐταρέσκεια μονολογοῦσε: «Ψυχή, ἔχεις πολλὰ ἀγαθὰ γιὰ ἔτη πολλά. Ἀναπαύου, φάγε, πίε, εὐφραίνου». Ἡ ἀφροσύνη σὲ ὅλο τὸ δῆθεν «μεγαλεῖο» της, ἀφοῦ σὲ αὐτὴν τὴν δῆθεν «μακαριότητα» ἀκούγεται φωνή, ποὺ μὲ σαφήνεια καὶ καθαρότητα προσγειώνει στὴν πραγματικότητα τὸν ἄφρονα πλούσιο. «Ταύτη τῇ νυκτὶ τὴν ψυχήν σου ἀπαιτοῦσιν ἀπό σοῦ, ἃ δὲ ἠτοίμασας τίνι ἔσται;» Ἀνόητε ἄνθρωπε, ἐστήριξες τὴ ζωὴ στὸν πλοῦτο σου καὶ τὴν ἐλπίδα σου στὶς ἀποθῆκες σου καὶ τὰ ἔκαμες θεό σου. Νόμισες τὸν πλοῦτο χορηγὸ πολλῶν ἐτῶν ζωῆς, ἀλλὰ γελάσθηκες. Ναί, τὸν πλοῦτο σου τὸν ὁρίζεις. Τὴ ζωή σου ὅμως ὁρίζει ἄλλος. Αὐτὸς ποὺ «ἀνιστᾷ καὶ ζωοποιεῖ, ἀνάγει ἐξ ἅδου καὶ κατάγει».
Ὁ πλούσιος τῆς παραβολῆς εἶναι ὁ ἄνθρωπος τοῦ ἐναγώνιου κόπου. Ἀγωνιᾶ καὶ ὑποφέρει σὲ ποιὸ τόπο καὶ χῶρο θὰ ἐξασφαλίσει τὴν ἀπροσδόκητη καρποφορία καὶ τὰ ἀγαθά του. Ἡ πλεονεξία του ἀποβλέπει στὴν προσωπική του ἱκανοποίηση. Διάβηκε τὴ ζωὴ του μέσα σὲ μία συνεχῆ ἀγωνία ἀλλὰ καὶ μὲ χαμένη τὴν ψυχή του.
Ἀδελφοί μου, ἂς ἔχουμε πάντα στὸ μυαλό μας τὴ φράση τοῦ εὐαγγελίου «ταύτη τῇ νυκτὶ τὴν ψυχὴν σου ἀπαιτοῦσιν ἀπὸ σοῦ» καὶ ἂς ἀκούσουμε τὴν ὑπόδειξη τοῦ Κυρίου μας «γίνεσθε ἕτοιμοι ὅτι ᾗ ὥρᾳ οὐ δοκεῖτε ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἔρχεται». Τοῦτο ἰσχύει γιὰ ὅλους, πλουσίους καὶ φτωχούς. Ἄφρονες καὶ συνετούς, ἔνθεους καὶ μή. Γιὰ τοῦτο «γρηγορεῖτε καὶ προσεύχεσθε. Προσευχή, ἔργα ἀγαθά, μετάνοια, θεία κοινωνία, ἀγάπη. Νά, ἡ καλύτερη προετοιμασία γιὰ τὴν ὥρα ἐκείνη. Ὁ Θεὸς δὲν θὰ μᾶς κρίνει ἀνάλογα μὲ τὸν χρόνο ποὺ ζήσαμε, ἀλλὰ ἀνάλογα μὲ τὰ ἔργα τῆς ἀρετῆς ποὺ κάναμε. «Μακάριος ὁ γρηγορῶν καὶ τηρῶν τὰ ἱμάτια αὐτοῦ».
Ἀγαπητοὶ μου ἀδελφοί, ἡ εὐαγγελικὴ πληροφορία «τὴν ψυχήν σου ἀπαιτοῦσιν» ἰσχύει καὶ γιὰ μᾶς εἴτε εἴμεθα καθ᾿ οἱονδήποτε τρόπο ἄφρονες εἴτε εἴμεθα σώφρονες. Γι᾿ αὐτὸ ἂς εἶναι συνεχὲς αἴτημα στὴν προσευχή μας: «Κύριε βοήθησον, ὥστε τὸν ὑπόλοιπον χρόνον τῆς ζωῆς ἡμῶν ἐν εἰρήνῃ καὶ μετανοίᾳ ἐκτελέσαι», γιὰ νὰ εἶναι ὅλη ἡ ζωή μας καὶ τὰ τέλη μας «χριστιανά, ἀνώδυνα, ἀνεπαίσχυντα, εἰρηνικά», χωρὶς ἀφροσύνη, ὥστε νὰ ἔχουμε «καλὴν ἀπολογίαν ἐπὶ τοῦ φοβεροῦ βήματος τοῦ Χριστοῦ». Ἀμήν.

Κυριακή 13 Νοεμβρίου 2016

ΤΟ ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 13 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ ICXCNIKA 13.11.2016 Κυριακή Η΄ Λουκᾶ (Λουκ. ι΄ 25-37) Ἡ πρόκληση ἑνὸς Νομικοῦ, ἀδελφοί μου, πρὸς τὸν Κύριό μας, ποὺ προσποιήθηκε πὼς δὲν καταλάβαινε τάχα ποιὸς εἶναι ὁ πλησίον παρέδωσε στὶς γενεὲς τῶν ἀνθρώπων μὲ τὰ ἀψευδῆ χείλη τοῦ Ἰησοῦ μία ἀπὸ τὶς πιὸ θαυμαστές παραβολές, τὴν παραβολὴ τοῦ «καλοῦ Σαμαρείτη».

ΤΟ ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 13 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ

ICXCNIKA
13.11.2016
Κυριακή Η΄ Λουκᾶ
(Λουκ. ι΄ 25-37)
Ἡ πρόκληση ἑνὸς Νομικοῦ, ἀδελφοί μου, πρὸς τὸν Κύριό μας, ποὺ προσποιήθηκε πὼς δὲν καταλάβαινε τάχα ποιὸς εἶναι ὁ πλησίον παρέδωσε στὶς γενεὲς τῶν ἀνθρώπων μὲ τὰ ἀψευδῆ χείλη τοῦ Ἰησοῦ μία ἀπὸ τὶς πιὸ θαυμαστές παραβολές, τὴν παραβολὴ τοῦ «καλοῦ Σαμαρείτη».
Στὴν μοναδικῆς ἁπλότητας καὶ σοφίας διήγηση ἐξαίρεται ἡ πλέον ριζικὴ καὶ ἐπαναστατικὴ ἀρχὴ τοῦ Εὐαγγελίου, ἡ ἀγάπη πρὸς τὸν πλησίον. Ἡ ἀπάντηση τοῦ Χριστοῦ σὲ ὅσους νομίζουν πὼς μποροῦν νὰ λύσουν τὰ ἀνθρώπινα προβλήματα μὲ τὸ φυλετικὸ ἢ κοινωνικὸ μῖσος ἢ καὶ τὴν ὑποτίμηση, ὅπως ὁ μακρινὸς ἐκεῖνος ἱερέας καὶ ὁ λευΐτης εἶναι ἡ ἀγαθοποιὸς πράξη τοῦ «καλοῦ Σαμαρείτη» ποὺ οἰκοδομεῖ τὴν ἠθικὴ προσωπικότητα, προάγει τὶς ἀνθρώπινες σχέσεις, ἀγκαλιάζει τοὺς ταπεινοὺς καὶ καταφρονεμένους, τοὺς φτωχοὺς καὶ δυστυχεῖς, τοὺς πεινασμένους γιὰ δικαιοσύνη, τοὺς ἀδικημένους, τοὺς ἀλλόφυλους καὶ ἀλλοεθνεῖς καὶ τοὺς ἀλλόθρησκους.
Ἡ παραβολὴ ποὺ ἀκούσαμε, ἀγαπητοί μου, εἶναι ἡ παραβολὴ ποὺ μπορεῖ νὰ σταθεῖ πλάι σὲ ἐκείνη τοῦ ἀσώτου υἱοῦ. Ἐκείνη μιλεῖ γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ στὸν ἄνθρωπο. Ἡ σημερινὴ ὁριοθετεῖ τὴν ἀγάπη τοῦ ἀνθρώπου γιὰ τὸν ἄνθρωπο. Στὴν πρώτη (τοῦ Ἀσώτου υἱοῦ) ἀντιφεγγίζεται ὅλο τὸ θεϊκὸ μεγαλεῖο, στὴν σημερινὴ ἀκτινοβολεῖ τὸ ἀνθρώπινο μεγαλεῖο, ἀφοῦ ὁ καλὸς Σαμαρείτης εἶναι ἡ προσωποποίηση τῆς ἀγάπης καὶ τῆς καλοσύνης, ἡ τέλεια ἔκφραση τῆς θυσίας, ὁ εὐγενέστερος ἡρωϊσμὸς στὴν ἀποκορύφωσή του.
Ἂς παρακολουθήσουμε, ἀγαπητοί, τὸν ὁδοιπόρο τῆς παραβολῆς. Κατεβαίνει ἀπὸ τὴν Ἱερουσαλὴμ στὴν Ἱεριχὼ σὲ μιὰ πορεία καὶ διαδρομὴ ἐπικίνδυνη. Ἔπεσε σὲ ἐνέδρα ληστῶν ποὺ τὸν ἐλήστεψαν, τὸν ἀπεγύμνωσαν, τὸν ἐπλήγωσαν καὶ τὸν ἄφησαν ἔρημο καὶ κινδυνεύοντα νὰ ἀποθάνει. Ὁ ὁδοιπόρος αὐτὸς στενάζει, ἀναζητεῖ βοήθεια, πονάει, ἐλπίζει.
Κατὰ σύμπτωση κατεβαίνει στὸ δρόμο αὐτὸ τοῦ αἵματος καὶ τοῦ μαρτυρίου ἕνας ἱερέας, ὁ ὁποῖος μόλις ἀντίκρυσε ἀπὸ μακριὰ τὸν πληγωμένο καὶ πονεμένο «ἀντιπαρῆλθεν», πέρασε ἀντίκρυ καὶ ἔφυγε. Δὲν ὑστέρησε ὅμως σὲ ἀπανθρωπιὰ καὶ ἀδιαφορία οὔτε καὶ ὁ ἑπόμενος διαβάτης, ὁ λευΐτης. Φίλαυτοι καὶ σκληροί, ἄσπλαχνοι καὶ ἄκαρδοι δὲν ἔδωσαν χεῖρα βοηθείας στὸν «λησταῖς περιπεσόντα». Ἦσαν καὶ οἱ δυὸ λειτουργοί. Στὴν Ἱερουσαλὴμ ἑρμήνευαν τὸν Μωσαϊκὸ Νόμο, ἐδίδασκαν, προσέφεραν θυσίες. Παρὰ ταῦτα «ἰδόντες τὸν περιπεσόντα εἰς τοὺς ληστὰς ἀντιπαρῆλθον».
Ὅμως ἔρχεται κάποιος ἀκόμα. Εἶναι ὅμως Σαμαρείτης καὶ  «Ἰουδαῖοι οὐ συγχρῶνται Σαμαρείταις». Ὅμως τοῦτος ὁ Σαμαρείτης εὑρίσκει στὸν πονεμένο καὶ ἀναγνωρίζει «τὸν κατὰ φύσιν καὶ ὄχι τὸν κατὰ φυλὴν πλησίον». Τίποτα δὲν τὸν ἐφόβησε. Δὲν ἐδειλίασε. Ἄφησε μόνο τὴν σκέψη τοῦ καθήκοντος στὸ μυαλό του. Τὴν ὑποχρέωση τῆς πρὸς τὸν πλησίον ἀγάπης.
Ἡ διαγωγή, ἡ συμπεριφορὰ τοῦ Καλοῦ Σαμαρείτη εἶναι πράξη ἀγάπης καὶ αὐτοθυσίας. «Ἐσπλαγχνίσθη» τὸν τραυματία, τὸν συμπόνεσε καὶ τὸν λυπήθηκε. Ἂς ἦταν ἀλλοεθνής. Καὶ μᾶς πληροφόρησε ὅτι «πλησίον» εἶναι κάθε πάσχων, καθένας ποὺ ὑποφέρει, ἀνεξαρτήτως χρώματος, φυλῆς, γλώσσας, ἔθνους, γένους, θρησκείας.
Ἀδελφοί μου, ὅταν ὁ ἱερέας καὶ ὁ λευίτης ἔδειξαν ἐγκληματικὴ ἀδιαφορία γιὰ τὸν δυστυχῆ ποὺ «λησταῖς περιέπεσε» ὁ Σαμαρείτης ποὺ τὴν ἐποχὴ τοῦ Κυρίου ἐθεωρεῖτο κάτι τὸ βδεληρὸ καὶ μισητό, γιατί εἶχε μολύνει τὴν Ἰουδαϊκὴ θρησκεία, ἔδειξε ἔλεος καὶ ἀγάπη. Ἀπὸ τὴν παραβολὴ αὐτὴ προκύπτει, ὅπως καὶ ἀπὸ ἄλλες τῆς Καινῆς Διαθήκης παραβολὲς, ἡ παγκοσμιότητα τοῦ ἀπολυτρωτικοῦ ἔργου τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Χριστὸς μὲ τὴ θυσία Του ὑπερέβη τὰ στενὰ ὅρια τῆς ἰουδαϊκῆς γῆς. Προσέλαβε στὸ σωτηριῶδες ἔργο Του ὅλον τὸν κόσμο. Προσέφερε τὴν θυσία του γιὰ ὅλη τὴν ἀνθρωπότητα. Διαφαίνεται ἔτσι ἡ καθολικότητα τῆς Ἐκκλησίας ὅπως τὴν ὁμολογοῦμε στὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως «εἰς Μίαν, Ἁγίαν, Καθολικὴν καὶ Ἀποστολικὴν Ἐκκλησίαν». «Καθολικὴ» σημαίνει τὸ ὁλοκληρωμένο, τὸ ἀληθινὸ καὶ ἡ Ἐκκλησία ὡς Σῶμα Χριστοῦ περιέχει καὶ περιλαμβάνει «τὰ πάντα τὰ ἐν τοῖς οὐρανοῖς καὶ τὰ ἐπὶ γῆς, τὰ ὁρατὰ καὶ τὰ ἀόρατα, εἴτε θρόνος, εἴτε κυριότητες, εἴτε ἀρχαί, εἴτε ἐξουσίαι».
Ἡ Ἐκκλησία εἶναι «μία ποίμνη», ἔχει ἕνα ποιμένα καὶ σὲ αὐτὴν «οὐκ ἔνι Ἰουδαῖος οὐδὲ Ἕλλην, οὐκ ἔνι δοῦλος ἢ ἐλεύθερος, οὐκ ἔνι ἄρσεν καὶ θῆλυ πάντες γὰρ εἷς ἐστε ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ». Ἀβίαστα ἐπίσης, ἀδελφοί μου, προκύπτει ἀπὸ τὴν σημερινή παραβολὴ καὶ μία ἀκόμη διάσταση. Εἶναι αὐτὴ ποὺ προβάλλει τὸ ἔργο τῆς ἀγάπης πρὸς τὴν ἁμαρτωλὴ ἀνθρωπότητα, ποὺ πραγματοποίησε ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς. Ἔργο πού μᾶς καλεῖ νὰ μιμηθοῦμε καὶ νὰ εἶναι ἔργο ἀγάπης πρὸς ὅλους τοὺς συνανθρώπους μας ἡ ζωή μας, ὑλοποιῶντας στὴν καθημερινὴ πράξη τὴν ὑπόδειξη καὶ ἐντολή Του. «Πορεύου καὶ σὺ ποίει ὁμοίως». Γίνε δηλαδὴ καὶ ἐσὺ «καλὸς Σαμαρείτης». Ἀμήν.ΠΗΓΗ ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΑ Ι.Μ.ΧΙΟΥ ΨΑΡΩΝ ΚΑΙ ΟΙΝΟΥΣΣΩΝ

Τρίτη 8 Νοεμβρίου 2016

ΤΟ ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 30 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ ICXCNIKA Ἀριθμὸς 44 Κυριακή Ε΄ Λουκᾶ 30 Ὀκτωβρίου 2016 (Λουκ. ιστ΄ 19-31) Ὁ Κύριος, ἀγαπητοὶ μου ἀδελφοί, στὴ σημερινὴ παραβολὴ πολὺ ἐκφραστικὰ παρουσιάζει τὴν μεγάλη διαφορὰ μεταξὺ τοῦ πλουσίου καὶ τοῦ Λαζάρου, τοῦ ἀνώνυμου πλουσίου καὶ τοῦ ἐπώνυμου φτωχοῦ.

ΤΟ ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 30 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ


ICXCNIKA
Ἀριθμὸς 44
Κυριακή Ε΄ Λουκᾶ
30 Ὀκτωβρίου 2016
(Λουκ. ιστ΄ 19-31)
Ὁ Κύριος, ἀγαπητοὶ μου ἀδελφοί, στὴ σημερινὴ παραβολὴ πολὺ ἐκφραστικὰ παρουσιάζει τὴν μεγάλη διαφορὰ μεταξὺ τοῦ πλουσίου καὶ τοῦ Λαζάρου, τοῦ ἀνώνυμου πλουσίου καὶ τοῦ ἐπώνυμου φτωχοῦ.
Παρουσιάζονται σήμερα δυὸ εἰκόνες τόσο ἀντίθετες μεταξὺ τους μὰ καὶ τόσο συγκλονιστικές. Παρουσιάζονται οἱ μεγάλες ἀντιθέσεις τῆς ζωῆς. Πλούσιοι καὶ φτωχοί. Τὸ δρᾶμα τῶν ἐποχῶν. Κοινωνικὲς διακρίσεις μὲ μισάνθρωπα ἐπακόλουθα. Χέρια χρυσοστόλιστα ποὺ ὑψώνονται προκλητικὰ καὶ γροθιὲς σφιγμένες ποὺ σηκώνονται ἐπαναστατικά. Χορτᾶτοι καὶ πεινασμένοι. Ἀρχοντόσπιτα καὶ καλύβες. Ἄλλοι εὐφραίνονται «καθ᾿ἡμέραν λαμπρῶς» καὶ ἄλλοι ἐπιζητοῦν μερικὰ ψίχουλα. Ἄλλοι ζοῦνε σὲ μία ἐκθαμβωτικὴ πολυτέλεια καὶ ἄλλοι ἀργοπεθαίνουν ξαπλωμένοι στὶς ψάθες. Ἄλλοι πεινοῦν καὶ ἄλλοι μεθοῦν.
Ὁ πλούσιος ἀπὸ τὸ ἕνα μέρος ἐκπροσωπεῖ τὴν τάξη ἐκείνη τῶν ἰσχυρῶν τοῦ χρήματος ποὺ δὲν ἔχει αἰσθήματα, ποὺ δὲν γνωρίζει τί θὰ πεῖ κακοπέραση καὶ φτώχεια, ποὺ δὲν μπορεῖ ἢ δὲν θέλει νὰ προσεγγίσει τὴν μάστιγα ποὺ εἶναι ἡ φτώχεια. Δεμένος καὶ συρόμενος ἀπὸ τὴν ἐγωκεντρικὴ καὶ δαιμονική του ἀτομικότητα δὲν ἔχει μάτια, γιὰ νὰ δεῖ γύρω του, δίπλα του, στὴν αὐλή του. Νὰ δεῖ συγκεκριμένα τὸ φτωχὸ Λάζαρο ποὺ ἀντιπροσωπεύει τὶς στρατιὲς τῶν πεινασμένων, τὰ πληγωμένα σώματα, τὶς συντριμμένες καρδιές, τὸ ἐξουθενωμένο φιλότιμο, τὴν πληγωμένη ἀξιοπρέπεια. Αὐτὰ ἀκριβῶς ἐκφράζει ὁ φτωχός, ὁ Λάζαρος, δηλαδὴ τὸν πόνο, τὴν ἀσθένεια, τὴν γύμνια, τὴν πεῖνα ἀλλὰ καὶ τὴν καρτερία καὶ ὑπομονή. Προσπαθεῖ νὰ χορτάσει τὴν πεῖνα του ἀπὸ τὰ ψίχουλα τῆς τραπέζης τοῦ πλουσίου. Καὶ ὑπομένει. Καὶ ἐλπίζει. Καὶ προσδοκᾶ.
Εἶναι λάθος νὰ νομίζουμε πὼς ὁ Χριστὸς θεωρεῖ τὴ φτώχεια σὰν εἰσιτήριο στὴν Βασιλεία Του. Ὄχι. Ἀπόδειξη ὑπάρχει ἡ παραδειγματικὴ τιμωρία τοῦ φτωχοῦ ἀλλὰ ἀχάριστου δούλου, ποὺ γιὰ τὴν ἀπάνθρωπη συμπεριφορὰ του πρὸς τὸν σύνδουλό του «παρεδόθη τοῖς βασανισταῖς». Ὁ πλοῦτος καὶ ἡ φτώχεια εἶναι καταστάσεις ξεχωριστὲς καὶ οὐδέτερες, ποὺ γίνονται ἐπαινετὲς ἢ ἀξιόμεμπτες ἀνάλογα μὲ τὴν χρησιμοποίησή τους.
Ὁ πλοῦτος εἶναι καλὸς ἢ κακὸς ἀνάλογα μὲ τὰ χέρια ποὺ τὸν κρατοῦν. Ἀλλοίμονο σὰν πέσει σὲ ἀνάξια χέρια. Γίνεται ποτάμι ποὺ πνίγει. Γίνεται ὄλεθρος καὶ ἀπώλεια. «Πολλοὺς γὰρ ἀπώλεσε τὸ χρυσίον». Ἡ δίψα τοῦ πλούτου παρασύρει καὶ παραπλανᾶ τοὺς ἀνθρώπους. Τοὺς στήνει μύριες παγίδες θανάτου καὶ τοὺς ἀφαιρεῖ κάθε πνευματικὴ ἰκμάδα.
Ἂν τὰ ἀνάξια χέρια, ἀγαπητοί μου, σκορπίζουν ἀπερίσκεπτα καὶ ἀκόλαστα τὸν πλοῦτο ποὺ τοὺς χάρισε ὁ Θεός, τὰ ἄξια καὶ θεοκίνητα χέρια προσφέρουν καὶ διακονοῦν τὴν ὑπηρεσία τῆς ἀγάπης. Κλείνουν πληγές, θεραπεύουν τραύματα, ντύνουν γυμνούς, τρέφουν πεινασμένους, προστατεύουν χῆρες καὶ ὀρφανά, οἰκοδομοῦν ἄσυλα ἀγάπης, χτίζουν καὶ στολίζουν ναοὺς τοῦ Θεοῦ. Σὲ τέτοια χέρια ὁ πλοῦτος γίνεται ὑπηρέτης τῆς ἀγάπης καὶ τῆς φιλανθρωπίας ποὺ λέγεται καὶ εἶναι φλοθεΐα. Ὁ ἄνθρωπος τῆς ἀγάπης ξέρει ὅτι «δανείζει Θεῷ ὁ ἐλεῶν πτωχὸν».
Στὴν ὑπηρεσία τῆς ἀγάπης ὅλοι μποροῦν νὰ προσφέρουν. Κάθε θυσία ὑλικῶν ἀγαθῶν γιὰ χάρη τοῦ Χριστοῦ εἶναι πολὺ μικρὴ καὶ ἀσήμαντη. Τὴν δέχεται ὅμως μὲ πολλὴ χαρὰ καὶ διαβεβαιώνει: «Ἐφ᾿ὅσον ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἐλαχίστων ἐμοὶ ἐποιήσατε».
Ἀδελφοί μου, ὁ θάνατος εἶναι ἡ ἀρχὴ μιᾶς νέας ζωῆς. Εἶναι ἡ εἴσοδος στὴν πραγματικὴ ζωή, γιὰ τὴν ὁποία μᾶς ἔπλασε ὁ Θεός. Ἐκείνη ἡ μέλλουσα ζωὴ παρουσιάζει τὶς ἴδιες ἀντιθέσεις ποὺ συμβαίνουν καὶ στὴν ἐπίγεια ζωή. Καθὼς διδάσκει τὸ εὐαγγέλιο ἄλλη θὰ εἶναι ἡ ζωὴ γιὰ τοὺς ἐκλεκτοὺς τοῦ Θεοῦ, τοὺς ἀνθρώπους τῆς πίστεως καὶ τῆς ἀρετῆς καὶ ἄλλη γιὰ τοὺς ἄλλους, τοὺς ἀμετανόητους γιὰ τὴν ἁμαρτία καὶ τὴν κακία τους. Γιὰ τοὺς ἐκλεκτοὺς τοῦ Θεοῦ, τὸ αἰώνιο μέλλον ἐπιφυλάσσει εὐτυχία οὐράνια, ποὺ δὲν συγκρίνεται μὲ τὴν ἐπίγεια καὶ ὑλικὴ «δῆθεν εὐτυχία». Ἂν στὴν ἐπίγειο ζωὴ ἦταν φτωχοὶ καὶ ἄστεγοι, ἂν περιφρονήθηκαν ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους, ἂν ἀνάγκες καὶ θλίψεις καὶ ἀσθένειες τοὺς ταλαιπώρησαν, ἐκεῖ στὸν οὐρανὸ θὰ βροῦν τὴν τέλεια ἀνάπαυση καὶ εὐτυχία. Γιὰ αὐτοὺς εἶναι ἕτοιμο τὸ οὐράνιο δεῖπνο τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ.
Ἀγαπητοί μου, «τὴν δυστυχία» ποὺ περιμένει τοὺς ἀσεβεῖς καὶ ἀμετανόητους ἁμαρτωλοὺς παρουσίασε σήμερα ὁ Κύριος στὸ πρόσωπο τοῦ πλουσίου τῆς παραβολῆς. Αὐτός, ἀφοῦ πέθανε καὶ ἐτάφη καὶ παρέδωσε τὴν ψυχήν του, εὑρέθη «ὑπάρχων ἐν βασάνοις». Ζεῖ πλέον μέσα στὴν ὀδύνη, τὴν φλόγα καὶ τὸ αἰώνιο σκοτάδι. Ὄχι γιατί ἦταν πλούσιος, ἀλλὰ γιατί ὑπῆρξε σκληρός, ἀνάλγητος, ἀμετανόητος, δεμένος μὲ τὰ ὑλικὰ ἀγαθὰ μόνον. Ἄς μὴ φοβηθοῦμε τὴν φτώχεια καὶ τῶν ἀνθρώπων τὴν ἀδιαφορία. Ἄς φοβηθοῦμε μόνο τὴν ἁμαρτία. Ἀμήν. ΠΗΓΗ ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΑ Ι.Μ.ΧΙΟΥ ΨΑΡΩΝ ΚΑΙ ΟΙΝΟΥΣΣΩΝ